Το Πρόβλημα του Τέταρτου

Πατέρας και Υιός

Αυτό το πνεύμα ανυψώνει τα μεταγενέστερα στάδια της συνείδησης στο ίδιο επίπεδο της ανεξαρτησίας που απολαμβάνει ο «Πατέρας» και ο «Υιός». Αυτή η επέκταση του filiatio, που κάνει τους ανθρώπους τέκνα του Θεού, είναι μια μεταφυσική προβολή της ψυχικής αλλαγής που έχει συντελεστεί. Ο «Υιός» αντιπροσωπεύει ένα μεταβατικό στάδιο, μιαν ενδιάμεση κατάσταση, γιατί είναι λίγο παιδί και λίγο ενήλικος. Είναι ένα μεταβατικό φαινόμενο και γι’αυτό το λόγο οι θεοί-υιοί πεθαίνουν πρόωρα. «Υιός» σημαίνει μετάβαση από μια μόνιμη αρχική κατάσταση, που ονομάζεται «Πατέρας» και «auctum rerum” σε ένα στάδιο όπου γίνεται κανείς ο ίδιος πατέρας. Και αυτό σημαίνει ότι ο γιος θα μεταδώσει στα παιδιά του το αναπαραγωγικό πνεύμα της ζωής που ο ίδιος έλαβε και που από αυτό γεννήθηκε. Στο επίπεδο του ατόμου, αυτός ο συμβολισμός μπορεί να ερμηνευτεί έτσι: Η κατάσταση που αντιλαμβάνεται χωρίς να σκέπτεται και που είναι γνωστή σαν «Πατέρας», μεταβάλλεται στη λογική και στοχαζόμενη κατάσταση συνείδησης, που είναι γνωστή σαν «Υιός». Αυτή η κατάσταση δε βρίσκεται μονάχα σε αντίθεση με την προηγούμενη κατάσταση, που εξακολουθεί να υπάρχει, αλλά, επειδή η φύση της είναι συνειδητή και λογική, περιέχει επίσης πολλές λανθάνουσες δυνατότητες διάσπασης. Η αυξημένη διάκριση γεννά συγκρούσεις που πριν δεν ήταν συνειδητές, αλλά που τώρα πρέπει να αντιμετωπιστούν γιατί, αν δεν αναγνωριστούν καθαρά, δεν μπορεί να πάρει κανείς ηθικές αποφάσεις. Γι’ αυτό, το στάδιο του «Υιού» διακρίνεται για τη σύγκρουσή του.

Κάθε εκλογή απειλείται από τη δυνατότητα του λάθους. Η «ελευθερία από το νόμο» προκαλεί μιαν οξύτητα των αντιθέτων, ιδιαίτερα των ηθικών αντιθέτων. Ο Χριστός σταυρωμένος ανάμεσα στους δύο ληστές είναι ένα εύγλωττο παράδειγμα αυτού του γεγονότος. Η παραδειγματική ζωή του Χριστού είναι καθαυτή μια «μετάβαση» και γι’αυτό μια γέφυρα που οδηγεί στο τρίτο στάδιο όπου ξαναβρίσκει κανείς την αρχική κατάσταση του Πατέρα. Αν δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια επανάληψη του πρώτου σταδίου, τότε το καθετί που κερδίζεται στο δεύτερο στάδιο –η λογική και η σκέψη- θα έπρεπε να χάνονταν για να παραχωρήσουν τη θέση τους σε μια ανανεωμένη ημισυνειδητότητα που χαρακτηρίζεται από έλλειψη λογικής και σκέψης. Για να αποφευχθεί κάτι τέτοιο, οι αξίες του δεύτερου σταδίου πρέπει να διατηρηθούν με κάθε τρόπο. Με άλλα λόγια, η λογική και η σκέψη πρέπει να διατηρηθούν στο ακέραιο. Παρόλο που το νέο επίπεδο της συνείδησης που πετυχαίνεται με τη χειραφέτηση του γιου συνεχίζεται και στο τρίτο στάδιο, πρέπει να αναγνωρίσει κανείς ότι δεν είναι η πηγή των τελικών αποφάσεων και διαισθήσεων που είναι γνωστές με το όνομα «γνώση», αλλά ότι αυτές εμπνέονται από μια ανώτερη αυθεντία που, όταν προβάλλεται, είναι γνωστή σαν «’Αγιο Πνεύμα». Μιλώντας ψυχολογικά, η «έμπνευση» έχει την πηγή της σε μια μη συνειδητή λειτουργία. Στο αφελές μυαλό, ο παράγων της έμπνευσης δίνει την εντύπωση μιας «νοημοσύνης» που έχει σχέση με το συνειδητό ή που είναι ανώτερη από αυτό, γιατί συχνά μια ιδέα έρχεται ξαφνικά για να σώσει την κατάσταση, σαν από μηχανής Θεός.

Γι’ αυτό, η πρόοδος στο τρίτο στάδιο σημαίνει κάτι σαν αναγνώριση του ασυνειδήτου, αν όχι πραγματική υποταγή σε αυτό. Από την ψυχολογική πλευρά, η υποταγή σε οποιαδήποτε μεταφυσική αυθεντία είναι υποταγή στο ασυνείδητο. Δεν υπάρχουν επιστημονικά κριτήρια που να διακρίνουν τους λεγόμενους μεταφυσικούς παράγοντες από τους ψυχικούς. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι η ψυχολογία αρνείται την ύπαρξη μεταφυσικών παραγόντων. Στην κατάσταση της ενηλικίωσης, ο γιος αναπλάθει την παιδική του κατάσταση με την πρόθυμη υποταγή του στην πατρική αυθεντία, είτε σε ψυχολογική μορφή είτε πραγματικά, με μια προβολή.

Για το Άγιο Πνεύμα

Και ακριβώς όπως ο Χριστός φόρεσε την υλική φύση του ανθρώπου, έτσι και ο άνθρωπος, σαν πνευματική δύναμη, περικλείεται, με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος, στο μυστήριο της Τριάδας που με αυτόν τον τρόπο, το ανεβάζει πολύ πιο ψηλά από το νατουραλιστικό επίπεδο, δηλ. επάνω από την Πλατωνική τριαδικότητα. Γι’ αυτό, η Τριάδα φανερώνεται σαν ένα σύμβολο που περιλαμβάνει τόσο την ουσία του θεϊκού όσο και του ανθρώπινου στοιχείου. Είναι, όπως λέει ο Καίπγκεν, «Μια αποκάλυψη όχι μοναχά του Θεού, αλλά ταυτόχρονα και του ανθρώπου».

Η Γνωστική ερμηνεία του Αγίου Πνεύματος σαν Μητέρα, περιέχει έναν πυρήνα αλήθειας γιατί η Μαρία ήταν το όργανο της γέννησης του Θεού και έτσι πήρε μέρος στο τριαδικό δράμα σαν ανθρώπινο ον. Γι’ αυτό η Μητέρα του Θεού μπορεί να θεωρηθεί σαν σύμβολο της ουσιαστικής συμμετοχής της ανθρωπότητας στην Τριάδα. Η ψυχολογική δικαίωση αυτής της υπόθεσης βρίσκεται στο ότι η σκέψη, που αρχικά πήγαζε από τις αποκαλύψεις του ασυνειδήτου, ήταν αισθητή σαν εκδήλωση μιας δύναμης έξω από το συνειδητό. Ο πρωτόγονος δεν σκέπτεται. Οι σκέψεις του είναι ανεξάρτητες από αυτόν. Και εμείς οι ίδιοι ονομάζουμε ορισμένες φωτεινές ιδέες «επήρειες» ή «εμπνεύσεις». Όποτε η κρίση και η διαίσθηση μεταδίδονται με έναν μη συνειδητό μηχανισμό αποδίδονται, κατά κανόνα, σε μια θηλυκή αρχετυπική μορφή, την άνιμα.

Το Ασυνείδητο ως η Άγραφη Ιστορία της Ανθρωπότητας

Μπορούμε, όμως, να αντιληφθούμε τι σημαίνει αυτή η απώλεια όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το πρόβλημα της ανασυγκρότησης –δηλ. σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις όπου το συνειδητό μέρος της ψυχής είναι αποκομμένο από το μη συνειδητό μέρος της. Αυτό το σχίσμα μπορεί να γεφυρωθεί μονάχα αν το συνειδητό μπορέσει να διατυπώσει έννοιες που να δίνουν ικανοποιητική έκφραση στα περιεχόμενα του ασυνειδήτου. Θα έλεγε κανείς πως η Τριάδα, μαζί με το ασύμμετρο «τέταρτο», ήταν μια τέτοια σύλληψη. Για την ακρίβεια, σαν μέρος της δοξασίας της σωτηρίας, πρέπει να έχει ένα σωτήριο, θεραπευτικό, υγιεινό αποτέλεσμα. Κατά την ενσωμάτωση των μη συνειδητών περιεχομένων στο συνειδητό, παίζει μεγάλο ρόλο η συσχέτιση των ονειρικών συμβόλων με την τετριμμένη, καθημερινή πραγματικότητα. Αλλά, από μια βαθύτερη και μακρόπνοη άποψη, η διεργασία αυτή δεν είναι αρκετή, αφού δεν αποκαλύπτει τη σημασία των αρχετυπικών περιεχομένων.

Αυτά τα περιεχόμενα αγγίζουν ολότελα άλλα επίπεδα από ό,τι υποπτεύεται ο λεγόμενος κοινός νους. Σαν a priori προϋποθέσεις όλων των ψυχικών γεγονότων, έχουν μια αξιοπρέπεια και έχει βρει αιώνια έκφραση σε θεϊκές μορφές. Καμία άλλη διατύπωση δεν ικανοποιεί τις ανάγκες του ασυνειδήτου. Το ασυνείδητο είναι η άγραφτη ιστορία της ανθρωπότητας από αμνημόνευτα χρόνια. Οι λογικοί τύποι μπορούν να ικανοποιούν το παρόν και το κοντινό παρελθόν, αλλά όχι την πείρα της ανθρωπότητας στο σύνολό της. Γι’ αυτό χρειάζεται το περιεκτικό όραμα του μύθου, όπως εκφράζεται με τα σύμβολα. Αν απουσιάζει ο μύθος, δεν αντιπροσωπεύεται στο συνειδητό η ολότητα του ανθρώπου. Οπότε ο άνθρωπος παραμένει ένα λίγο-πολύ τυχαίο τεμαχίδιο, ένα κομμάτι συνείδησης, στο έλεος κάθε ουτοπιστικής φαντασίας που εισορμά για να γεμίσει το κενό που αφήνει η απουσία των συμβόλων. ‘Ένα σύμβολο δεν μπορεί να επινοηθεί, όπως θα ήθελε να πιστέψει ο ορθολογιστής. Τότε μοναχά είναι αυθεντικό σύμβολο, αν εκφράζει την αμετάβλητη δομή του ασυνειδήτου και αν μπορεί έτσι να απαιτήσει τη γενική παραδοχή. ‘Οσο προκαλεί την αυθόρμητη πίστη, δεν είναι ανάγκη να γίνει κατανοητό με κανέναν άλλο τρόπο. Αλλά αν, από καθαρή έλλειψη κατανόησης, η πίστη σε αυτό αρχίζει να ξεφτίζει, τότε, καλού-κακού, πρέπει να χρησιμοποιήσει κανείς την κατανόηση σαν εργαλείο αν θέλει να αποφύγει τις ανυπολόγιστες συνέπειες μιας απώλειας. Τι θα βάζαμε τότε στη θέση του συμβόλου; Υπάρχει κανείς που να γνωρίζει έναν καλύτερο τρόπο για να εκφράσει κάτι που δεν έχει ως τώρα κατανοηθεί;

Κ. Γκ. Γιούνγκ